«Μνημεία στις φλόγες» στο Μπέη Χαμάμ
Συντάκτης: Απόστολος Λυκεσάς
Ζώπυρα μνήμη ή το καψαλισμένο πρόσωπο της προ εκατονταετίας Θεσσαλονίκης αναδύεται εδώ και μερικές μέρες από τα εκθέματα στο Μπέη Χαμάμ ή Λουτρά «Παράδεισος». Στο Μπέη Χαμάμ λένε σταμάτησε η φωτιά που έκαψε τη Θεσσαλονίκη έναν αιώνα πριν, στα ίδια λουτρά ανασυντίθεται η μνήμη ή ενώνονται οι εποχές με κλωστές από τις καμένες κουβαρίστρες.
Είχε και προσωπική συγκίνηση στη διάρκεια των εγκαινίων της έκθεσης «Μνημεία στις φλόγες» το βράδυ της περασμένης Πέμπτης, καθώς πλάι στα καρβουνιασμένα αντικείμενα, τεκμήρια της μεγάλης φωτιάς του 1917, τοποθετημένα μέσα στον χώρο των λουτρών ξυπνούσαν μνήμες και σε κάποιους πολίτες που πρόλαβαν εν λειτουργία τα λουτρά κατά τη δεκαετία του 1960.
Δεν πρόκειται για αντικείμενα αξίας παρά της καθημερινότητας κι αυτό δίνει άλλη αίσθηση στην έκθεση, φέρνει τη στόχευσή της στα μέτρα των καθημερινών ανθρώπων. Και είναι τα εκθέματα αποτέλεσμα των ανασκαφών που διενεργήθηκαν με αφορμή τα έργα του μετρό της πόλης, «ένα σύγχρονο τεχνικό έργο που έγινε αιτία να αποκαλυφθούν οι τεχνικές δυνατότητες και τα επιτεύγματα ενός πρότερου αιώνα», όπως λέει στην «Εφ.Συν.» ο πρόεδρος της Αττικό Μετρό Γιάννης Μυλόπουλος.
Καθημερινά αντικείμενα της εποχής, που βρέθηκαν στις ανασκαφές για το μετρό Θεσσαλονίκης,
εκτίθενται πρώτη φορά
Ο χάλκινος αποστακτήρας για παραγωγή αλκοόλ που βρισκόταν στο υπόγειο ταβέρνας στη διασταύρωση Εγνατίας και Αγίας Σοφίας, το απόκομμα της γαλλόφωνης εφημερίδας με ημερομηνία Αύγουστος του 1917, ένα λεξικό που διαγνώστηκε με ειδική μέθοδο, τα καμένα μπουκαλάκια φαρμακείου, τα καμένα φασόλια και οι ελιές από την απανθρακωμένη αποθήκη.
Η έκθεση ευρημάτων είναι αποτέλεσμα της συνεργασίας που είχε η Εφορεία Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης με άλλες τέσσερις υπηρεσίες του υπουργείου Πολιτισμού και Αθλητισμού και συνοδεύεται από αρχειακό υλικό του Ιστορικού Αρχείου Μακεδονίας, του Μουσείου Φωτογραφίας Θεσσαλονίκης, από το αδημοσίευτο αρχείο σχεδίων της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης κι άλλων δώδεκα φορέων.
Οπως αναφέρεται και στον κατάλογο που συνοδεύει την έκθεση, «το 1917 η Θεσσαλονίκη μετρούσε μόλις πέντε χρόνια στο ελληνικό κράτος. Η πόλη ισορροπούσε ανάμεσα στον πολυπολιτισμικό χαρακτήρα της και τη νέα ελληνική διοίκηση σε ένα περιβάλλον ρευστότητας που εντεινόταν από την εμπλοκή στον Μεγάλο Πόλεμο.
Με τη φωτιά του Αυγούστου του 1917 σφραγίστηκε ένα άγνωστο για μας παρελθόν, δημιουργήθηκε, όμως, μια νέα πόλη. Πολλές από τις καθημερινές φωνές της πόλης του 1917 έχουν σωπάσει.
Μουσουλμάνοι και Εβραίοι, με την ανταλλαγή των πληθυσμών το 1923 και το Ολοκαύτωμα το 1943, πλήρωσαν το βαρύτερο τίμημα στη μνήμη. Νησίδες μνήμης, σημεία αναφοράς και ιστορικές σταθερές, σε κάθε εποχή, σε κάθε αλλαγή, καταστροφή και ανασύνταξη της πόλης, ήταν και θα είναι τα μνημεία της. Ζωντανεύουν από τους ανθρώπους, αυτούς που έφυγαν και αυτούς που έρχονται, και διατηρούν ενεργή τη μνήμη στην πόλη».
Η ανάπτυξη της έκθεσης στα Λουτρά Παράδεισος είναι φυσικά συμβολική, αφού η πυρκαγιά του 1917 σταμάτησε στο σημείο αυτό (Εγνατία με Αριστοτέλους), ενώ το Μπέη Χαμάμ είναι ταυτόχρονα το μεγαλύτερο του είδους του στη Θεσσαλονίκη και από τα πιο σημαντικά στα Βαλκάνια.
Κατασκευάστηκε το 1444, δεκατέσσερα χρόνια αφότου καταλήφθηκε η πόλη από τον Μουράτ Β΄, πάνω στα απομεινάρια βυζαντινών εκκλησιών και αφού λειτούργησε ως χαμάμ μέχρι τη δεκαετία του 1960 αναστηλώθηκε τελικά τη δεκαετία του 1980.
Τη γενική επιμέλεια και τον συντονισμό της έκθεσης έχει η αναπληρώτρια προϊσταμένη της Εφορείας Αρχαιοτήτων Πόλης Θεσσαλονίκης, Πολυξένη Αδάμ-Βελένη, και θα λειτουργεί με ελεύθερη είσοδο έως τις 31 Δεκεμβρίου του 2018.